Κολτ,κόμικς και…Ψωμοτύρι!

Τα χέρια του Ράσελ σμίχτηκαν σε μια ενωμένη γροθιά έτοιμη να σπάσει την μισοαμπαρωμένη πόρτα δίπλα του.Το συνοφρυωμένο του πρόσωπο δεν του μαρτυρούσε περισσότερα λεπτά καταπιεσμένου χρόνου μέσα στην ξύλινη,μισοερειπωμένη παράγκα του πατέρα του.Το κρακ που ακούστηκε πρόλαβε να υπάρξει πρώτα μέσα στην καθαρή του ματιά και μετά να συμβεί προκαλώντας με ακλόνητη σιγουριά τον λιγότερο πόνο που είχε αισθανθεί σ’ολάκερη την εντεκάχρονη ζωή του.
Η μυρωδιά του σάπιου ξύλου δίνει τη θέση της στο φρέσκο,δροσερό αεράκι καθώς τα πόδια του μικρού Ράσελ φτερουγίζουν προς την ελευθερία.Δεν τον νιάζουν πια τα ξεχαρβαλωμένα του παπούτσια ούτε το τσουχτερό κρύο που πηρουνιάζει τα νεανικά του κόκκαλα,το μόνο που λαχταράει να κάνει τώρα είναι να τρέξει στις όχθες του Μισισσιπή και να μην ξανακούσει ποτέ ξανά τις φωνές του γερο-Τζέρρυ Μάθιουσον,του ανθρώπου που τόσο δυσαναπλήρωτα γέμισε το κενό που του άφησαν οι γονιοί του.

Καθώς πιλαλάει με αχαλίνωτη ευδαιμονία πάνω στο ψηλό γρασίδι αγναντεύει την αγαπημένη του γωνιά με το παιδικό χεράκι του κατά μήκος του μετώπου του.Αμέσως τρέχει προς τα κει με το φυλλοκάρδι του να σιγοκαίει από χαρά!Έχει φτάσει στο δικό του,ολόδικό του βασίλειο και σκουπίζει τα βουρκωμένα ματάκια του,θες από χαρά,θες από το πρωινό αγιάζι,θες και τα δυό,το χαμογελάκι που λαμποκοπάει πάνω στο μουτράκι του τα λέει όλα!Αρχίζει να χοροπηδάει πάνω κάτω και κάθε φορά που τα ποδαράκια του δεν ακουμπούσαν το έδαφος ένιωθε πως τα χρυσολαμπυριστά του μαλλιά άγγιζαν τα σύννεφα!

Τα δαχτυλάκια του χουφτώνουν με λαχτάρα την τσέπη του παλτού του και χωρίς να μπορεί να βαστάξει άλλο τρυπώνει μέσα το χεράκι του και βγάζει από μέσα μια μπαγιάτικη μπάλλα από ψωμοτύρι.Μεμιάς το μέχρι πρότινος χαμογελαστό του βλέμμα βασιλεύει.Συλλογιέται τα ξέγνοιαστα απογέματα που ψάρευε μαζί με τον παππού του τον Μπαρτ. »Ψωμοτύρι Ράσελ!Το καλύτερο δόλωμα! »Πάντα αυτό του έλεγε και του ανακάτευε τα σγουρά,κατάξανθα μαλλιά του.Σφίγγει με όλη του τη δύναμη το ψωμοτύρι μέσα στη γροθιά του και το βάζει πάλι στην μικρή τσέπη του παλτού του χαϊδεύοντας το.Χωρίς να νιώθει την παραμικρή ενοχή που αρνείται το κάλεσμα από το κελάρυσμα του ποταμού βάζει τα χιλιογδαρμένα παπουτσάκια του να τον οδηγήσουν σ’ένα κοντινό,βράχινο μονοπατάκι.Σε λιγότερο από ένα λεπτό φτάνει μπροστά σ’ένα πεσμένο,ξερό,κούφιο κορμό δέντρου.Τρυπώνει ανυπόμονα το χεράκι του βαθιά μέσα στην γέρικη κουφάλα και βγάζει από μέσα της ένα μακρόστενο,ξύλινο κουτί,σπαργανωμένο μ’ένα κομμάτι παλιού τσουβαλιού.

Με μάτια που αστράφτουν και καρδιά έτοιμη να γίνει μύρια κομμάτια ξετυλίγει βιαστικά το παράξενο δέμα.Χραπ,το άνοιξε!Αμέσως ξεφυσάει με ανακούφιση βλέποντας το περιεχόμενό του κουτιού.Ένα παλιό,περίστροφο κόλτ βρίσκεται τοποθετημένο ανάμεσα σε δυο τεύχη του περιοδικού Famous Funnies.Ήταν δυο αντίτυπα του πρώτου,ολοκληρωμένου περιοδικού κόμικς της Αμερικής και μάλιστα ήταν το πρώτο τευχος! »Φύλαξέ τα όσο πιο καλά μπορείς Ράσελ! »του έλεγε χαμογελώντας ο παππούς του.Ο μικρούλης με τα μαλλιά αγγέλου βγάζει γρήγορα τα δύο περιοδικά και αφήνει μέσα το κόλτ.Μετά τοποθετεί το κουτί πάλι στον κορμό όπως το βρήκε.Το τσουχτερό κρύο δεν τον αγγίζει πια καθόλου.Βρίσκει μια απάνεμη πλαγιά και βουτάει τα μελλιά του ματάκια μέσα στα πολύχρωμα καρεδάκια.Ακούγοντας το κρώξιμο πουλιών ψηλά στον ουρανό νιωθει μια γαλήνη να τον συνεπαίρνει.Το ’35 που θα μπει σε λίγες θα είναι λιγότερο δυσβάσταχτο για την ψυχούλα του…

Laisser un commentaire